web-only άρθρα | “Αρχιτέκτονες” Περιοδική έκδοση ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ, τεύχος 16 Οκτώβριος 2015
Σε αποκλειστικά ηλεκτρονική μορφή, επεκτείνουμε το διάλογο και τα ερωτήματα του τεύχους 16 με θέσεις των συναδέλφων που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα να προσδιορίσουμε τη θέση του αρχιτέκτονα στην Ελλάδα της κρίσης σήμερα, και δεν συμπεριελήφθησαν στην έντυπη έκδοση λόγω περιορισμένου χώρου.
Γράφουν οι:
- Φωτεινή Γεωργακοπούλου: Όταν τελειώσει ο πόλεμος
- Ηλέκτρα Κεφαλλωνίτη: Ο ρόλος του αρχιτέκτονα με σκοπό την αναγνώριση της αρχιτεκτονικής ως επιστημονικού πεδίου απαραίτητο για το κοινωνικό σύνολο- σχεδιάζοντας για την κλιματική αλλαγή
- Νίκη-Βασιλική Κολοβού: «Ζητείται» κατανόηση, σεβασμός και θέληση
- Παναγιώτης Κουμουνδούρος: …για μια ανθρώπινη αρχιτεκτονική ταυτότητα…
- Βάνια Κυροδήμου- Πλιάτσικα: Μια φορά κι έναν καιρό…
- Μυρτώ Κωσταροπούλου: Η αρχιτεκτονική ως ίδος πολυτελείας ή ως υπεραξία;
- Χρίστινα Νικηφόρου: Η συμμετοχή του αρχιτέκτονα μέσα από έναν πολιτικό ρόλο ως ερευνητή-διαμεσολαβητή-ακτιβιστή στην συλλογική οικειοποίηση του δημόσιου χώρου
- Σέργιος Στριγκλόγιαννης:Πρακτικές των κοινών στον αστικό χώρο: Αυτοδιαχειριζόμενος υπαίθριος χώρος άθλησης στο πάρκο Βύρωνα στην πόλη της Ρόδου
Όταν τελειώσει ο πόλεμος.
γράφει η Φωτεινή Γεωργακοπούλου
Πριν λίγο καιρό ήρθα σε επαφή με συνεργάτιδα της EasyBnB [1] ώστε να γίνει εκτίμηση σε ακίνητο φίλου μου. Η πολύ νέα και συμπαθητική γυναίκα που γνωρίσαμε ήταν τελικά φρέσκια διπλωματούχος αρχιτέκτονας. Στην Ελλάδα της βαθιάς ύφεσης είναι τυχερή να έχει αυτή τη θέση ακόμα κι αν ονειρευόταν μια διαφορετική διέξοδο για τη δημιουργικότητά της.
Το πως ο κλάδος έφτασε ως εδώ είναι λίγο πολύ γνωστό. Το μεγάλο κύμα της μνημονιακής κρίσης σάρωσε τα απόνερα της μετα-ολυμπιακής ευφορίας αφήνοντας πίσω του ένα τοπίο κινούμενης άμμου. Για το μεγαλύτερο κομμάτι των αρχιτεκτόνων πλέον δεν υπήρχε άλλο αντικείμενο εργασίας παρά οι κακοπληρωμένες τακτοποιήσεις αυθαιρέτων, όσο πρόχειρα στημένες για φοροεισπρακτικούς λόγους και να ήταν αυτές.
Αδυνατώντας να πληρώσουν τις αυξημένες και ήδη υπέρογκες ασφαλιστικές τους εισφορές, με καταληστευμένο το άλλοτε ευγενές τους ταμείο ΤΣΜΕΔΕ, οι μηχανικοί κι ανάμεσά τους οι αρχιτέκτονες, βρέθηκαν ανασφάλιστοι, με χρέη και απειλές κατάσχεσης, την ηλικία συνταξιοδότησης να απομακρύνεται για τους παλιότερους, και την είσοδο στο επάγγελμα να φαίνεται το ίδιο μακρινή για τους νέους. Καθώς το ανώτατο θεσμικό όργανο αντιπροσώπευσής τους ΤΕΕ ταλαντευόταν ανάμεσα στην παράλυση και την αποδοχή της νέας κατάστασης το 2011 δημιουργήθηκε από τα κάτω η Ανοιχτή Συνέλευση Μηχανικών με σκοπό να συσπειρώσει υπερπαραταξιακά τους πληττόμενους συναδέλφους, να δημοσιοποιήσει και να υπερασπιστεί τα αιτήματά τους.
Ανάμεσα στους πάντα αναλογικά λίγους αλλά ενεργούς συμμετέχοντες βρίσκονταν και παραμένουν πολλοί αρχιτέκτονες. Ανάμεσά τους κι εγώ που διαπίστωνα για πρώτη φορά πως για να βασιστούμε στην αλληλεγγύη της κοινωνίας έπρεπε να επικοινωνήσουμε την απελπιστική κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει ο κλάδος μας χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει πως θα συναντούσαμε κατανόηση.
Τη στιγμή που όλοι οι παραγωγικοί κλάδοι έβλεπαν να χάνονται τα κεκτημένα ετών για ποιο λόγο η κοινωνία θα έπρεπε να σταθεί αλληλέγγυα με τον δικό μας σχετικά πρόσφατα φτωχοποιημένο κλάδο; Υπήρχε και αν ναι, ποια ήταν η κοινωνική συνεισφορά του κλάδου τα περασμένα χρόνια;
Φοβάμαι πως χρειάστηκε να αραιώσουν μέχρι εξαφάνισης οι πελάτες μας για να αντιληφθούμε πως μέχρι τότε λειτουργούσαμε σε κοινωνικο-πολιτικό κενό. Καθώς ωστόσο πλήθαιναν τα θέματα για τα οποία θα έπρεπε να πάρουμε θέση τόσο ατομικά όσο και συλλογικά φάνηκε πως αυτή θα μπορούσε να είναι όχι μόνο η αρχή μιας μεγαλύτερης και ουσιαστικότερης ανάμειξης του κλάδου μας στα κοινά, αλλά και ενός δρόμου που θα οδηγούσε σε νέα πεδία επαγγελματικής δραστηριότητας.
-See more at: http://www.playground4architecture.blogspot.gr/2015/07/blog-post_15.html
Ο ρόλος του αρχιτέκτονα με σκοπό την αναγνώριση της αρχιτεκτονικής ως επιστημονικού πεδίου απαραίτητο για το κοινωνικό σύνολο – σχεδιάζοντας για την κλιματική αλλαγή
Γράφει η Ηλέκτρα Κεφαλλωνίτη
Υπό το βάρος της ελληνικής αρχιτεκτονικής παράδοσης, ο αρχιτέκτονας είχε μετατραπεί σε έναν παθητικό απολογητή του Αρχιτεκτονικού Έργου των νεότερων χρόνων, παρ’ όλο που είχε διαμορφωθεί, κατά ένα μεγάλο ποσοστό, ερήμην του. Σήμερα, υπό το κυρίαρχο βάρος, αυτήν τη φορά, της οικονομικής κρίσης, ο αρχιτέκτονας έχει διαμορφώσει έναν πιο ενεργητικό ρόλο στην προάσπιση του Αρχιτεκτονικού του Έργου. Όχι ως μονάδα αλλά μέσα από μία πληθώρα συλλογικών δράσεων επιζητά την κοινωνική αποδοχή της συνεισφοράς του ακόμη και σε δυσμενείς οικονομικές συνθήκες. Συνεπώς, δεν μιλάμε πλέον για Αρχιτεκτονικό Έργο αλλά για Δράση.
Ενώ τα ατομικά κίνητρα συμμετοχής σε τέτοιες δράσεις διαφέρουν, σε συλλογικό επίπεδο, ο απώτερος στόχος δεν είναι η κατάρτιση του αρχιτέκτονα αλλά η καλλιέργεια της ίδιας της αρχιτεκτονικής και συνεπώς η αναγνώρισή της ως ένα επιστημονικό πεδίο απαραίτητο για το κοινωνικό σύνολο [1]. Για παράδειγμα, η κλιματική αλλαγή αποτελεί ένα παγκόσμιο φαινόμενο με σοβαρές κοινωνικές, περιβαλλοντικές και οικονομικές προεκτάσεις. Δεν αφορά ένα πρόβλημα που θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε στο μέλλον, αλλά αντιθέτως, οι συνέπειες του είναι ήδη ορατές ιδιαίτερα στα αστικά περιβάλλοντα με θερμοκρασιακή άνοδο, πλημμύρες, φωτορύπανση κ.τ.λ.. Επομένως, ο αρχιτέκτονας θα πρέπει να αναγνωριστεί ως ένα αναπόσπαστο κομμάτι των δράσεων που στοχεύουν στη βελτίωση του περιβάλλοντος και του βιοτικού επιπέδου καθώς ‘το κτίριο είναι παράγων και αποδέκτης του περιβαλλοντικού και ενεργειακού προβλήματος’ [2].
Η συμβολή του αρχιτέκτονα, σχεδιάζοντας για την κλιματική αλλαγή, είναι επιτακτική ανάγκη για το κοινωνικό σύνολο και ο ρόλος του είναι τριπλός. Ο ένας στόχος αφορά τη δημιουργία ή αναβάθμιση του υπάρχοντος δομημένου χώρου με όσον τον δυνατόν μικρή ενεργειακή κατανάλωση ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι εκπομπές CO2 στην ατμόσφαιρα. Ένας άλλος στόχος είναι η δημιουργία βιοκλιματικής αρχιτεκτονικής εναρμονισμένης όχι μόνο στο φυσικό αλλά και στο κτιριακό περιβάλλον, με σεβασμό δηλαδή στο δικαίωμα και των γειτονικών κτιρίων για ηλιασμό και αερισμό. Τέλος, ο αρχιτέκτονας θα πρέπει να λαμβάνει υπόψιν του τις παραπάνω κατευθύνσεις, παρέχοντας κτίρια με θερμική και οπτική άνεση στους χρήστες τους για όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής των κτιρίων. Επομένως, καλείται να σχεδιάσει όχι μόνο με βάση τις κλιματολογικές συνθήκες του σήμερα αλλά με ταυτόχρονη πρόβλεψη του αύριο (π.χ. περαιτέρω αύξηση της θερμοκρασίας με την πάροδο των χρόνων).
Στο πλαίσιο αυτό, μεταπτυχιακά, έρευνες, διαγωνισμοί βιοκλιματικής αρχιτεκτονικής, δράσεις με σκοπό την πράσινη αναβάθμιση αστικών χώρων, εργαστήρια και συνέδρια έχουν επιστρατευθεί για την κατοχύρωση του αρχιτέκτονα ως επιστήμονα απαραίτητο για την βιωσιμότητα της παγκόσμιας κοινότητας.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ/ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
[1] mnemeden: Μετατοπίσεις της σύγχρονης τέχνης και η σημασία τους για την εικαστική εκπαίδευση των αρχιτεκτόνων. Διαθέσιμο στο https://mnemeden.wordpress.com/
[2] Ελένη – Μελίνα Χ. Χατζηγεωργίου, 2011: ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ ΚΤΙΡΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ. Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΤΩΝ ΑΠΕ ΣΤΗΝ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΚΗ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΗΣ. Διαθέσιμο στο http://arenep2011.conferences.gr/.
«Ζητείται» κατανόηση, σεβασμός και θέληση.
Γράφει η Νίκη-Βασιλική Κολοβού
Ο ρόλος του αρχιτέκτονα ήταν ανέκαθεν πολυδιάστατος. Προσωπικά, εδώ και χρόνια, αντιλαμβάνομαι την αρχιτεκτονική ως μια σύγκλιση επιστημών και τεχνών, ένα πεδίο ετερόκλητων δυνάμεων, στο οποίο ο αρχιτέκτονας καλείται να γίνει ο ισορροπιστής τους. Στην ελληνική κοινωνία, ο ρόλος του είναι αρκετά συγκεχυμένος. Το ευρύ σύνολο δεν κατανοεί την έννοια της αρχιτεκτονικής. Και το ερώτημα που τίθεται εδώ είναι: «Οι ίδιοι οι αρχιτέκτονες την κατανοούν;»
Είναι καίριας σημασίας, πιστεύω, να ειδωθεί η αρχιτεκτονική ως «μορφοποίηση λειτουργιών ζωής». Να δίνεις μορφή σε ιδέες που καθορίζονται από πραγματικές ανάγκες. Να εκφράζεις το πνεύμα της εποχής σου με τα μέσα που σου δίνει αυτή, να εξυπηρετείς τις ανάγκες της ζωής για τους συνανθρώπους σου. Να βλέπεις σωστά τις ανάγκες της εποχής σου και να εργάζεσαι για την επίλυσή τους. (Κωνσταντινίδης Α., 1987 )
Θεωρώ πως αρχιτέκτονας γίνεσαι με τα χρόνια, μέσα από την εμπειρία, τη γνώση, την έρευνα, την αγάπη για αυτό που δημιουργείς. Η εξειδίκευση, όμως, χρειάζεται παράλληλα μια γενικότερη πνευματική καλλιέργεια, διότι αυτή είναι που εξοπλίζει με κριτική σκέψη και καθαρή ματιά. Ικανότητες, όπως η συλλογική εργασία, η υπευθυνότητα, η ατομική πρόοδος, η συμμετοχικότητα, ο εποικοδομητικός διάλογος, ο σεβασμός είναι πολύ σημαντικά στοιχεία.
Χρειάζεται αυτογνωσία και –τεκμηριωμένη- αυτοπεποίθηση για να αναλάβεις έναν ρόλο παιδαγωγού και να δώσεις σωστές κατευθύνσεις.
Επιπρόσθετα, ο αρχιτεκτονικός λόγος είναι ανάγκη να γίνει ενεργός στην ελληνική κοινωνία, μέσα από τον δημόσιο διάλογο και τη συνεργασία διάφορων φορέων σε τοπικό αλλά και εθνικό επίπεδο. Ίσως χρειάζεται και εμείς οι ίδιοι να στραφούμε από τις περίπλοκες μορφολογικές αναζητήσεις στα κοινωνικά και χωρικά προβλήματα, στον άνθρωπο και το περιβάλλον. Ίσως τότε κατανοήσει και η κοινωνία καλύτερα την αρχιτεκτονική.
Τέλος, είναι σημαντικό να στραφούμε στα παιδιά, προτάσσοντας την σημαντικότητα μιας βασικής αρχιτεκτονικής και πολεοδομικής εκπαίδευσης σε αυτές τις νεαρές ηλικίες, καθώς αποτελούν τη μελλοντική κοινωνία του τόπου μας.
«Ζητείται» κατανόηση, σεβασμός και θέληση.
Αναφορές
Κωνσταντινίδης Άρης, «Για την Αρχιτεκτονική», Εκδόσεις Άγρα, 1987.
…για μια ανθρώπινη αρχιτεκτονική ταυτότητα…
Γράφει ο Παναγιώτης Κ. Κουμουνδούρος
—Η αναγκαιότητα (και η αθανασία) της αρχιτεκτονικής (εισήγηση γράφοντος, 11ο Π.Α.Σ., 2011), ταυτίζεται με την αθανασία και την αναγκαιότητα της ανθρωπότητας, δηλαδή τις επόμενες γενιές. Αντικειμενικά, η αναγκαιότητα είναι ένας υλικός πυκνωτής της συμπαντικής αρμονίας (Κέπλερ, Μπρουνελέσκι). Υποκειμενικά, είναι η διαλεκτική υλική ιστορία του ανθρώπου στο χωρόχρονο.
—Όμως, η ολιγαρχία του πάντα αφιλότιμου διεθνούς κεφαλαίου καθορίζει το αρχιτεκτονικό εποικοδόμημα της εκάστοτε οικονομικής βάσης του συστήματος και το ρόλο του αρχιτέκτονα στην παραγωγή-εργασία κ.λ.π., αποκλειστικά για το κέρδος. Η φυσική αναγκαιότητα της ανθρώπινης επιστήμης/τέχνης θα ξεδιπλωθεί μόνο όταν φύγει από τη μέση το κέρδος.
—Η σιωπή των ανθρώπων, συλλόγων μηχανικών κ.λ.π., δεν είναι χρυσή όταν ταυτίζεται με την αδράνεια νεκροταφείου, αποτέλεσμα κυρίως της θανατικής καταδίκης ενός υπόδουλου βίου που επιβάλει καθημερινά στο λαό το καπιταλιστικό σύστημα με τα διάφορα μίσθαρνα όργανά του. Ειδικά η νεολαία πρέπει να ξεφύγει οριστικά από την νεοτονία που την ρίχνει καθημερινά το παζάρι της άναρχης, ανάλγητης και ατομικιστικής αγοράς, ώστε ν’ αγνοεί συνήθως τα προαπαιτούμενα της ύλης και του πνεύματος.
—Η έλλειψη μαρξιστικής παιδείας (Γ.Μ. Σαρηγιάννης, Ιδεολογία και Πολεοδομία, 2015), αφαιρεί καθημερινά την πραγματικά αληθινή γνώση-το πρώτο όπλο συνείδησης της εργατικής τάξης και των φυσικών συμμάχων της. Έτσι η πλουτοκρατία χειραγωγεί με αντιεπιστημονικές θεωρήσεις την παιδεία και την αρχιτεκτονική πρόοδο για τις λαϊκές ανάγκες 100 χρόνια τώρα.
—Η ζωή είναι ωραία σαν αιτία και αποτέλεσμα της ουσιαστικής ελεύθερης ανθρώπινης δημιουργικότητας (αρνητική εντροπία) που συμβαδίζει και συνάμα αλλάζει ή και βελτιώνει πανεπιστημονικά τους νόμους/αρχιτεκτονική της φύσης, όταν επαναστατεί σαν τον Προμηθέα (σύμβολο του ΕΜΠ), για την ανθρώπινη πρόοδο.
—Για όσο καιρό, ο εργαζόμενος λαός δεν αποφασίζει κακώς ν’ ανατρέψει την αιτία, σπάζοντας τις αλυσίδες της καπιταλιστικής κερδοσκοπικής εκμετάλλευσης και υποδούλωσης, ώστε ο κάθε άνθρωπος να γίνει αρχιτέκτονας της ζωής του, το γαλακτικό πεπρωμένο της ανθρώπινης ιστορίας θα φαντάζει απελπιστικά αβέβαιο.
—Εμπρός λοιπόν μαζί να δώσουμε τώρα τον αναγκαίο νικηφόρο ταξικό αγώνα για την ανθρώπινη βιωσιμότητα της βιόσφαιρας, με μονομερή διαγραφή του χρέους, κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, κεντρικό επιστημονικό σοσιαλιστικό σχεδιασμό, με συλλογικό και ατομικό εργατικό έλεγχο, για να υλοποιήσουμε άμεσα το αρχιτεκτονικό/ανθρώπινο όραμά μας.
—Τέρμα στις αυταπάτες και στις ψευδαισθήσεις ! Ο νους και η αγάπη του ανθρώπου μπορεί και πρέπει άμεσα να νικήσει σαν αναγκαία αρχιτεκτονική στάση ζωής/ταυτότητας, το σκοτάδι και το ψέμα και να ανατρέψει τους λίγους εκείνους μυσαρούς κρετίνους του καπιταλιστικού κέρδους που σφάζουν τους λαούς.
Μια φορά κι έναν καιρό……..
Γράφει η Βάνια Κυροδήμου- Πλιάτσικα
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα μικρό παιδί που το όνειρό του ήταν να ασχοληθεί με τη “δημιουργία.” . Στην αρχή ήταν κάτι ακαθόριστο στο μυαλό του , μεγαλώνοντας όμως και μέσα από διάφορες πληροφορίες και παραστάσεις, αποφάσισε ότι θέλει να γίνει Αρχιτέκτονας.
Τα κατάφερε! Μετά από πολύ διάβασμα, ξενύχτια, πολλές ώρες πάνω στο σχεδιαστήριο, διαδρομές στους δρόμους της Αθήνας και όχι μόνο, παρακολουθήσεις στη Σχολή.
Όλοι ήταν ικανοποιημένοι που το παιδί τους τα κατάφερε και ο ίδιος ήταν πολύ περήφανος που επιτέλους θα μπορούσε να δει « ζωντανά» όλα αυτά που τόσα χρόνια ήταν σκέψεις και ιδέες στο μυαλό του.
Και ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα με κέφι και όρεξη για δουλειά. Κι ύστερα ήρθε η «κρίση»! Και τα όνειρα γίναν «αυθαίρετα προς τακτοποίηση», και οι ιδέες γίναν «Ενεργειακά πιστοποιητικά», και η συμμετοχή σε αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς ,( όταν υπήρχαν), έγινε άπιαστο όνειρο γιατί τα έξοδα συμμετοχής ήταν υπερβολικά για ένα νέο γραφείο. Και τα όνειρα σβήσαν, και η καθημερινότητα για την επιβίωση έφερε συμβιβασμούς και ανέχεια και η «αρχιτεκτονική» ξεχάστηκε! Ο νέος μας σχεδιάζει πια για ίδια ευχαρίστηση και προσωπική εξερεύνηση όταν οι υποχρεώσεις τον αφήνουν να έχει όρεξη να το κάνει.
Τι έχει να ονειρεύεται για την «αρχιτεκτονική»;
Πολύ απογοητευτική ιστορία ; Κι όμως πολύ κοντά στην πραγματικότητα.
Έχουμε γίνει όλοι πια «θεωρητικοί» της αρχιτεκτονικής και ξεχνάμε οι περισσότεροι ότι αρχιτεκτονική είναι κυρίως «πράξη». Η αρχιτεκτονική αποκτά νόημα και υπόσταση όταν γίνεται «έργο» δηλαδή «κατοικήσιμος χώρος». Σε λίγο δεν θα έχουν αντικείμενο ούτε οι «κριτικοί της αρχιτεκτονικής». Τι να κρίνουν ; Τη Θεωρία ; Την ιδέα ; Τα απραγματοποίητα σχέδια ;
Δυστυχώς ή ευτυχώς είμαστε το επάγγελμα της «ευημερίας». Χτίζουμε όταν υπάρχει ειρήνη , χρήμα , καλή ψυχολογία. …
Σε καιρούς κρίσεων σιωπούμε, βρισκόμαστε σε καταστολή , συντηρούμενοι με ελάχιστα , τα απολύτως αναγκαία, όπως οι βαριά άρρωστοι μέχρι να έρθει η μέρα της ανάρρωσης ή της « ηρωικής φυγής».
Αν μετά την καταιγίδα βγαίνει το ουράνιο τόξο προμηνύοντας τη λιακάδα, πόσο άραγε θα κρατήσει η καταιγίδα της Ελλάδας ;
Λένε ότι « η Ελπίδα πεθαίνει τελευταία»
Μήπως έχει έρθει η ώρα της ;
Θέλω να πιστεύω πως όχι……..
Και για να δανειστώ τη φράση κάποιου αξιόλογου συναδέλφου : «Τη χώρα του Καραγκιόζη αυτό που την τρώει μπορεί και να τη σώσει, αρκεί να ονειρεύεται».
Η αρχιτεκτονική ως είδος πολυτελείας ή ως υπεραξία;
Γράφει η Μυρτώ Κωσταροπούλου
Η υπεραξία είναι μία έννοια που είχε και έχει ευρύτερη απήχηση στις κοινωνικοοικονομικές σχέσεις. Ετυμολογικά και ουσιαστικά, συνδέεται με τον ακόμα μη ακριβή προσδιορισμό της έννοιας της αξίας και όπως λέει ο W.Smart, η «ιστορία των οικονομικών θεωριών είναι υφασμένη με τα ράκη των θεωριών περί αξίας» .
Βασικά, δύο είναι οι κύριοι τρόποι προσδιορισμού της υπεραξίας. Ο πρώτος ορισμός της στηρίζεται στην θέση του Μαρξ , όπου η έννοια της υπεραξίας συνδέεται με την παραγωγική διαδικασία και τον κόπο που καταβάλλει ο εργάτης. Με τον δεύτερο ορισμό , εννοούμε για παράδειγμα την φήμη που έχει αποκτήσει ένα προϊόν και την πελατεία που το στηρίζει στην αγορά.
Σε αντιστοιχία προς τα παραπάνω μοντέλα, η αρχιτεκτονική μπορεί να ειδωθεί ως υπεραξία, εφόσον την αντιμετωπίσουμε με δύο τρόπους: ως παραγωγική διαδικασία ή ως επιχείρηση. Στην πρώτη περίπτωση αξιολογούμε την αρχιτεκτονική μελέτη μέσα από διάφορα θεωρητικά πρίσματα. Στη δεύτερη περίπτωση αποτιμούμε την αγορά της κατασκευής, μέσα στην οποία εξετάζουμε την αρχιτεκτονική ως ανταγωνιστικό προϊόν και εμπορική πράξη που αποσκοπεί σε λειτουργικά και οικονομικά οφέλη.
Στην κοινωνία της κρίσης είναι φανερό ότι οι αρχιτέκτονες ωθούνται κυρίως στο πρώτο σκέλος της αρχιτεκτονικής και μάλιστα στο θεωρητικό της κομμάτι, μιας και η αγορά της κατασκευής βρίσκεται σε αδράνεια. Στις ολοένα μεταβαλλόμενες κοινωνίες του σήμερα και υπό την συνεχόμενη απειλή της οικονομικής κρίσης, η αρχιτεκτονική δυστυχώς αντιμετωπίζεται ως είδος πολυτελείας και ελάχιστοι στρέφονται πια στην επιστήμη μας για να δώσουν λύση σε καθημερινά χωρικά ζητήματα.
Με κεντροβαρές στοιχείο οικονομικά προβλήματα του τόπου, η αρχιτεκτονική θυσιάζεται στον βωμό της λιτότητας, της πολιτιστικής ανεπάρκειας, της λιποβαρούς παιδείας και έτσι δεν προτιμάται ως επιστημονική μέθοδος που θα μπορούσε να βελτιώσει τις συνθήκες της ζωής μας.
Μαζί με αυτή τη νοοτροπία που περιστρέφεται γύρω από οικονομικές «ποσότητες», δυστυχώς γίνεται έκπτωση και στις καθημερινές «ποιότητες» που αναβαθμίζουν, εξυγιαίνουν και ρυθμίζουν την καθημερινότητά μας και για τις οποίες έχει εκπαιδευτεί να μεριμνά ο αρχιτέκτονας. Οι ποιότητες αυτές που προσδίδουν αξία σε ένα αρχιτεκτόνημα είναι: το περιβάλλον, η διαχρονικότητα, η ευελιξία, η καλλιτεχνική και αισθητική αξία, το είδος του έργου, η μοναδικότητα και πρωτοτυπία, η ποιότητα κατασκευής, η οικολογική ευαισθησία και η υπογραφή του αρχιτέκτονα.
Οφείλουμε λοιπόν να δούμε την αρχιτεκτονική όχι ως πολυτέλεια, αλλά ως υπεραξία, δηλαδή επιδίωξη της αισθητικής κατηγορίας του Υψηλού και συνοδεία των κοινωνικών αναγκών μέσα από έναν διαρκώς ενημερωμένο και ενεργό κοινωνικό προβληματισμό.
Παραπομπές
1. Α. Σιδέρης, Ιστορία Οικονομικών Θεωριών, Αθήνα, Α. Παπαζήσης, 1953
2. Κ. Μαρξ, Θεωρίες για την Υπεραξία (4ος τόμος του Κεφαλαίου), Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 1981, σ.65
3. P.A. Samuelson, Οικονομική (1ος τόμος), Αθήνα, Α. Παπαζήσης, 1975, σ.182
Η συμμετοχή του αρχιτέκτονα μέσα από έναν ενεργό πολιτικό ρόλο ως ερευνητή-διαμεσολαβητή-ακτιβιστή στην συλλογική οικειοποίηση του δημόσιου χώρου.
Γράφει η Χριστίνα Νικηφόρου
H σημερινή εποχή προσφέρει μια ιδανική ευκαιρία μέσα από την κρίση να επιστρέψουμε στην συλλογική οικειοποίηση του δημόσιου χώρου και να μην παραμείνουμε στην πρότερη αντιμετώπισή του ως ενός αστικού κενού, τον οποίο ο Έλληνας για διάφορους κοινωνικο-ιστορικούς λόγους από τη δημιουργία του νέου ελληνικού κράτους και έπειτα, δεν ένιωσε ποτέ δικό του. Έτσι, με την σταδιακή επιστροφή στις γειτονιές και την συνδιαλλαγή με τον συμπολίτη-γείτονα γίνεται μια στροφή στη βίωση του χώρου ως προσωπικού (συλλογικού και ατομικού) κτήματος που προσφέρει την ευκαιρία για τον επαναπροσδιορισμό των ανθρώπινων σχέσεων, τη μετατόπιση στη φύση και την απόρριψη της κοινωνικής αποξένωσης.
Ένας αυθόρμητος τρόπος επανάκτησης του δημόσιου χώρου είναι οι μεγάλες διαδηλώσεις στις μεγάλες πλατείες των πόλεων εν όψει σημαντικών νομοθετικών αλλαγών, δημοψηφισμάτων, πολιτικών και οικονομικών μεταρρυθμίσεων που εναλλάσσονται τα τελευταία χρόνια με γοργούς ρυθμούς. Οι κάτοικοι της πόλης ξανασυναντήθηκαν για να εκφράσουν την συλλογική τους συναίνεση ή αντίθεση στην στείρα οικονομική πολιτική της ενωμένης Ευρώπης, ερχόμενοι άλλοτε σε σύγκρουση μεταξύ τους αλλά και με την έννομη τάξη και άλλοτε συμπλέοντας ειρηνικά, εκφράζοντας με αυτή τη μορφή διαμαρτυρίας τις εσωτερικές ανάγκες μιας κοινωνίας σε κρίση.
Δυστυχώς, όμως, αυτό δεν είναι αρκετό, καθώς, αν και υπάρχουν στοχευμένες προσπάθειες για τον μετασχηματισμό του δημόσιου χώρου, όπως ο αρχιτεκτονικός διαγωνισμός για το σχεδιασμό της οδού Πανεπιστημίου στην Αθήνα, αυτές παραμένουν στα “αζήτητα” χωρίς να αξιοποιηθούν ποτέ, αποδεικνύοντάς μας για μια ακόμη φορά τη δυσπραγία της ελληνικής πολιτείας στην υλοποίηση μιας αξιόλογης και διακεκριμένης μελέτης. Με αφορμή την έλλειψη χρηματοδότησης στο πλαίσιο της δυσμενούς οικονομικής κατάστασης της χώρας είτε λόγω (για μια ακόμη φορά;) της διασπάθισης του δημόσιου χρήματος θα γίνουν οι απαραίτητες περικοπές όχι μόνο στο έργο αλλά και στην δυνατότητα βελτίωσης της αστικής βιωμένης καθημερινότητας του Έλληνα κατοίκου.
Αντί λοιπόν να περιφράζουμε τους εαυτούς μας στους ψηφιακούς δημόσιους χώρους του facebook και του twitter μήπως θα έπρεπε, πριν να επαναπροσδιορίσουμε τη σχέση μας με το δημόσιο χώρο, περισσότερο επιτακτικά από ποτέ, να επαναπροσδιορίσουμε τη νοοτροπία μας και τη σχέση μας με μια ολόκληρη πολιτεία;
Ποιος όμως ο ρόλος του αρχιτέκτονα σε αυτές τις διαδικασίες; Σίγουρα πρέπει εκτός από απλός παρατηρητής να επέμβει. Είτε ασκώντας πίεση στα εκάστοτε θεσμικά όργανα, είτε να συμμετάσχει στην αφύπνιση του απλού κάτοικου και πολίτη μέσω δράσεων, διαλέξεων και συζητήσεων (ένα παράδειγμα ήταν το Artivists for Change – Dynamo Project Space workshop).
Ο αρχιτέκτονας θα πρέπει θα επιτελέσει έναν ενεργό πολιτικό ρόλο ως ένα σκεπτόμενο και ευαισθητοποιημένο υποκείμενο που ασχολείται με τα κοινά και δεν περιορίζεται σε μια παθητική στάση εκφράζοντας την άποψή του αποστασιοποιημένα και εκ του ασφαλούς, διατηρώντας την αλλοτινή αίγλη ενός επιτυχημένου οικονομικά και κοινωνικά μέλους της αστικής τάξης. Προσφέρεται έτσι στον αρχιτέκτονα μια σημαντική δυνατότητα για συμμετοχή στην αναβάθμιση του σύγχρονου τρόπου ζωής λειτουργώντας ως ερευνητής – διαμεσολαβητής – ακτιβιστής και όχι απλά ως θεωρητικός διανοούμενος, τεχνοκρατικός κατασκευαστής ή σχεδιαστής αρχιτεκτονικών έργων για μια κοινωνική ελίτ.
Πρακτικές των κοινών στον αστικό χώρο: Αυτοδιαχειριζόμενος υπαίθριος χώρος άθλησης στο πάρκο Βύρωνα στην πόλη της Ρόδου
γράφει ο Σέργιος Στριγκλόγιαννης
Τα τελευταία χρόνια η συζήτηση γύρω από την ιδέα των κοινών στον αστικό χώρο έχει γίνει ολοένα πιο ευρεία και έντονη. Πιο συγκεκριμένα, στην Ελλάδα, η οικονομική κρίση των τελευταίων ετών έχει οδηγήσει σε ένα ιδιαίτερα δυνητικό κίνημα επαναδιεκδίκησης και επανάκτησης του δημόσιου χώρου. Κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα αλλά και σε μικρότερες επαρχιακές πόλεις, αυτοοργανωμένες ομάδες δράσης πολιτών, μέσω συλλογικών πρωτοβουλιών και δράσεων στοχεύουν και πραγματοποιούν την αναδιαμόρφωση χώρων στον αστικό ιστό προσαρμόζοντάς τους στις κοινωνικές ανάγκες.
Στις αρχές του 2010, παράλληλα με χαρακτηριστικά παραδείγματα πρακτικών των κοινών, όπως το αυτοδιαχειριζόμενο πάρκο Ναυαρίνου ή την συλλογικότητα της ακαδημίας Πλάτωνος, ξεκίνησε στην Ρόδο από μια ομάδα πολιτών η προσπάθεια δημιουργίας ενός υπαίθριου χώρου άθλησης στο πάρκο Βύρωνα στην πόλη της Ρόδου. Η επιλογή του συγκεκριμένου χώρου για την δημιουργία ενός προσβάσιμου και ανοιχτού προς όλους τους πολίτες γυμναστηρίου, κάθε άλλο παρά τυχαία ήταν. Το πάρκο εκτείνεται περιμετρικά της μεσαιωνικής πόλης, ανάμεσα στην τάφρο και το δημοτικό στάδιο, σε μια περιοχή η οποία παραδοσιακά χρησιμοποιείται ως χώρος άθλησης, ο οποίος τα τελευταία χρόνια είχε παραμεληθεί από τις τοπικές αρχές, με αποτέλεσμα να μετατραπεί σε χώρο διακίνησης και χρήσης ναρκωτικών ουσιών. Η ομάδα δράσης των πολιτών, αρχικά φρόντισε να καθαρίσει τον χώρο, καθώς επίσης με την καθημερινή παρουσία της να απομακρύνει όσους οικιοοποιούνταν τον χώρο για παράνομες δράσεις. Στην συνέχεια, εγκατέστησαν αυτοσχέδια όργανα γυμναστικής (π.χ μονόζυγο, δίζυγο, πάγκοι) με σκοπό την δημιουργία ενός όσο το δυνατόν ασφαλούς και πλήρους υπαίθριου γυμναστηρίου, ανοιχτού και προσβάσιμου από όλους. Επίσης, αξίζει να αναφερθεί ότι λίγο μετά την δημιουργία του χώρου άθλησης, πολιτιστικοί σύλλογοι σε συνεργασία με τον δήμο, αυθαίρετα και χωρίς να έρθουν σε επικοινωνία με τους χρήστες του χώρου, εγκατέστησαν στο πάρκο όργανα γυμναστικής, γεγονός το οποίο αποτελεί μια διαφορετική προσέγγιση διαμόρφωσης του δημόσιου χώρου συγκρίνοντάς την με την αυθόρμητη προσπάθεια των πολιτών.
Σήμερα, 5 χρόνια μετά την αρχική προσπάθεια έχει επιτευχθεί η επέκταση του χώρου άθλησης με την εγκατάσταση νέων οργάνων, καθώς η επισκεψιμότητα αυξάνεται συνεχώς. Παρ’ όλα αυτά, σημαντικά προβλήματα, όπως η συντήρηση των οργάνων, η απουσία διαδρομών για τρέξιμο (τάπητας, σήμανση κλπ.), ο ελλιπής φωτισμός κ.α παραμένουν. Για τον λόγο αυτό η αρχική ομάδα, διευρημένη πλέον από τους ολοένα και περισσότερους χρήστες του χώρου, έχει προχωρήσει σε ενέργειες για την δημιουργία ενός συλλόγου με σκοπό την προστασία, συντήρηση και βελτίωση του πάρκου.
Εν κατακλείδι, παρά τα όποια προβλήματα η επαναδιεκδίκηση του πάρκου Βύρωνα θεωρείται επιτυχής και μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα για ακόμα περισσότερες αυθόρμητες προσπάθειες αναδιαμόρφωσης του αστικού περιβάλλοντος στην πόλη της Ρόδου.