Περίληψη Εισήγησης

 

Τίτλος: Η αρχιτεκτονική στο μεταίχμιο πολιτιστικής κληρονομιάς και νεωτερικότητας

 

Περίληψη εισήγησης του Ελληνικού Docomomo
στην ημερίδα τους ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ

Πολιτικές για την Αρχιτεκτονική και το Αστικό περιβάλλον στην Ελλάδα

Η μοντέρνα αρχιτεκτονική του 20ού αιώνα ήταν μια εκρηκτική αναζήτηση της νεωτερικότητας αλλά αποτελεί στις μέρες μας ένα σημαντικό κεφάλαιο της πολιτιστικής κληρονομιάς. Ταυτόχρονα είναι ζωντανή, ως εκπαιδευτική παράδοση, και μπορεί να συμβάλει ενεργά στη θεωρία και στην πρακτική του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού.
Η νεωτερικότητα των ιδεών και των αρχών που είχαν προτείνει οι αρχιτέκτονες στον μεσοπόλεμο και στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες αντανακλούσε μια συνολική προσπάθεια για να γίνει η αρχιτεκτονική φορέας μιας κοινωνικής, κατασκευαστικής και αισθητικής σύγκλισης, στην προοπτική ενός καλύτερου περιβάλλοντος για το μέλλον του ανθρώπου. Η προσπάθεια αυτή απέδωσε πολλά κτίρια και σύνολα που εμπλουτίζουν τη διεθνή και την ελληνική αρχιτεκτονική κληρονομιά αλλά ανήκουν στο πιο πρόσφατο παρελθόν μας και εύκολα αγνοούνται ή παρερμηνεύονται.
Η πλούσια αρχιτεκτονική κληρονομιά του τόπου μας προστατεύεται με νόμους που είναι σε μεγάλο βαθμό προσανατολισμένοι σε μνημεία και σύνολα εξαιρετικής σημασίας. Τα κτίρια των νεωτέρων χρόνων, που βρίσκονται ακόμη σε χρήση, δεν μπορούν να προστατευθούν μόνο με απαγορευτικές διατάξεις όταν η προστασία αυτή δεν αποτελεί επιθυμία και συνείδηση για το κοινωνικό σύνολο, αλλά και όταν η πολιτεία δεν βοηθά σε αυτή την κατεύθυνση. Τα κτίρια αυτά βρίσκονται λοιπόν σε κίνδυνο, την ίδια στιγμή που αποτελούν ζωντανά στοιχεία των πραγματικών πόλεων, όπως συμβαίνει με εκατοντάδες πολυκατοικίες, ξενοδοχεία, μουσεία, εργοστάσια και απλές μονοκατοικίες.
Η τεκμηρίωση της μοντέρνας αρχιτεκτονικής μέσα από την καταγραφή της και η σταδιακή διάχυση γνώσεων και πληροφορίας για το σύστημα των αξιών της σε κοινωνικά στρώματα που έχουν ή πρόκειται να αποκτήσουν λόγο για την πορεία τη ελληνικής αρχιτεκτονικής αποτέλεσε τη βασική επιδίωξη του Ελληνικού Docomomo στα τελευταία δέκα χρόνια. Σε αυτό το ευρύτερο πλαίσιο δραστηριότητας μας ενδιαφέρει η δημιουργική διαχείριση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, στην οποία περιλαμβάνεται και η σύγχρονη αρχιτεκτονική. Η ανάγκη να γνωρίσουμε και να συντηρήσουμε τα κτίρια του 20ου αιώνα ανάλογα με τις αξίες και τον ιδιαίτερο τρόπο της κατασκευής τους είναι μια υπόθεση αρχιτεκτόνων και πολιτών που ενδιαφέρονται για τη συνέχεια και όχι για την ακινητοποίηση του κόσμου. Στην ίδια κατεύθυνση επείγει η προαγωγή και διάδοση της αρχιτεκτονικής παιδείας στην προοπτική μιας συνολικής πολιτικής του αστικού περιβάλλοντος.

Παναγιώτης Τουρνικιώτης, συντονιστής του Ελληνικού Docomomo, αναπληρωτής καθηγητής ΕΜΠ

 

Εισήγηση

 

Εισήγηση του Ελληνικού Docomomo
στην ημερίδα τους ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ

Πολιτικές για την Αρχιτεκτονική και το Αστικό περιβάλλον στην Ελλάδα

Τίτλος:
Η αρχιτεκτονική στο μεταίχμιο πολιτιστικής κληρονομιάς και νεωτερικότητας
Εισηγητής:
Παναγιώτης Τουρνικιώτης, συντονιστής του Ελληνικού Docomomo, αναπληρωτής καθηγητής ΕΜΠ

Το σκεπτικό του do.co.mo.mo. είναι συγκεκριμένο. Η νεωτερικότητα των ιδεών και των αρχών που είχαν προτείνει οι αρχιτέκτονες στον μεσοπόλεμο και στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες αντανακλούσε μια συνολική προσπάθεια για να γίνει η αρχιτεκτονική φορέας μιας κοινωνικής, κατασκευαστικής και αισθητικής σύγκλισης, στην προοπτική ενός καλύτερου περιβάλλοντος για το μέλλον του ανθρώπου. Η προσπάθεια αυτή απέδωσε πολλά σημαντικά έργα, που εμπλουτίζουν τη διεθνή και την ελληνική αρχιτεκτονική κληρονομιά, αλλά ανήκουν στο πιο πρόσφατο παρελθόν μας και εύκολα αγνοούνται ή παρερμηνεύονται. Χρειάζονται λοιπόν την προσοχή μας, για να τα γνωρίσουμε και να τα συντηρήσουμε ανάλογα με τις αξίες και τον ιδιαίτερο τρόπο της κατασκευής τους. Ταυτόχρονα, η μοντέρνα αρχιτεκτονική έχει τον δυναμισμό να αποτελεί ακόμη ένα μάθημα που μπορεί να συμβάλει στη θεωρία και στην πρακτική του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, και ίσως να μεταλλαχθεί, μέσα από τη συμβολή αυτή, στην προοπτική της καλύτερης διαμόρφωσης του χτισμένου μέλλοντός μας.

Οι δεκαετίες του 1970 και ’80 γνώρισαν διεθνώς μια μεταμοντέρνα κριτική του σύγχρονου κόσμού, μέσα στην οποία διαμορφώθηκαν οι νεώτερες γενιές αρχιτεκτόνων – ακόμη και η δική μου. Ο δυνατός άνεμος αυτής της κριτικής, που έφερε στο προσκήνιο τις αξίες του παρελθόντος και το νοσταλγικό αίτημα της διατήρησης ιστορικών κτιρίων και αρχιτεκτονικών συνόλων σε ολόκληρη την Ευρώπη, στράφηκε σε μεγάλο βαθμό ενάντια στις αρχές του μοντέρνου, το οποίο – σας θυμίζω - είχε διεκδικήσει την απελευθέρωση από τα δεσμά του παρελθόντος και την εκτίναξη στο ελπιδοφόρο μέλλον. Στο τέλος της δεκαετίας του 80, όταν είχε ήδη κλείσει ένας κύκλος αμφισβήτησης και άρχισε να γίνεται αντιληπτό πως η θεωρία και η πράξη των μοντέρνων, δηλαδή το αίτημα της νεωτερικότητας, ήταν σημαντικές υποθέσεις και αποτελούσαν ζωντανή κληρονομιά των νεωτέρων, υπήρξε η ανάγκη μιας συστράτευσης για τη μεταλλαγή των ιδεών. Η προσπάθεια ξεκινησε από την πρωτοβουλία Ολλανδών αρχιτεκτόνων, που ίδρυσαν το Docomomo το 1988, και βρήκε γόνιμο έδαφος σε δεκάδες χώρες, ανάμεσα στις οποίες ήταν και η Ελλάδα, το 1990. Το do.co.mo.mo. είναι διεθνής μη-κυβερνητικός οργανισμός που έχει έδρα στο Παρίσι και 55 εθνικές ομάδες. Δεν πρόκειται για παλινόρθωση, ή για ρεβάνς αλλά για φυσική εξέλιξη όσων προδιέγραφε η μεταμοντέρνα σκέψη στην πιο ενδιαφέρουσα και ριζοσπαστική εκδοχή της. Με αυτή την έννοια, το do.co.mo.mo. υπήρξε από την αρχή και συνεχίζει να είναι μια υπόθεση νέων αρχιτεκτόνων που ενδιαφέρονται για τη συνέχεια και όχι για την ακινητοποίηση του κόσμου.

Γνωρίζουμε καλά πως η Ελλάδα διαθέτει μια πλούσια αρχιτεκτονική κληρονομιά από την προϊστορία, την κλασική αρχαιότητα, τη ρωμαϊκή εποχή, το βυζάντιο και τους νεώτερους χρόνους, η οποία προστατεύεται από τους νόμους του σύγχρονου κράτους. Οι νόμοι αυτοί είναι σε μεγάλο βαθμό προσανατολισμένοι σε μνημεία και σύνολα εξαιρετικής σημασίας. Τα κτίρια των νεωτέρων χρόνων, που βρίσκονται ακόμη σε χρήση, δεν μπορούν να προστατευθούν με απαγορευτικές διατάξεις όταν η προστασία αυτή δεν αποτελεί επιθυμία και συνείδηση για το κοινωνικό σύνολο, και όταν η πολιτεία δεν βοηθά ουσιαστικά σε αυτή την κατεύθυνση. Όσον αφορά σε κτίρια της μοντέρνας αρχιτεκτονικής, τόσο του μεσοπολέμου όσο και των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών, το νομοθετικό πλαίσιο δίνει τη δυνατότητα της προστασίας, αλλά ένα μεγάλο μέρος των πολιτών και - δυστυχώς - των δημοσίων και ιδιωτικών φορέων δεν αντιλαμβάνεται την αξία τους και όχι μόνο αδιαφορεί για τη συντήρησή τους αλλά συχνά αντιτίθεται στην επιβίωσή τους. Τα κτίρια αυτά βρίσκονται σε μεγάλο κίνδυνο, την ίδια στιγμή που αποτελούν ζωντανά στοιχεία των πραγματικών πόλεων, όπως συμβαίνει για παράδειγμα με εκατοντάδες πολυκατοικίες, ξενοδοχεία, σχολεία, νοσοκομεία και άλλα σημαντικά κτίρια σε ολόκληρη την Ελλάδα. Την ώρα που οι κάτοικοί αδιαφορούν για τη συντήρηση τους, δηλαδή αδιαφορούν για την συλλογική ποιότητα του δικού τους αστικού περιβάλλοντος, το δημόσιο ενδιαφέρον υποτιμά τις αρχιτεκτονικές αξίες του μοντέρνου και αγνοεί τις αρχές και πρακτικές της διατήρησής του σε όλες τις ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις.

Στο επίκεντρο της δράσης του Ελληνικού Docomomo βρέθηκε, την τελευταία δεκαετία, η τεκμηρίωση της μοντέρνας αρχιτεκτονικής μέσα από την καταγραφή της και η σταδιακή διάχυση γνώσεων και πληροφορίας για το σύστημα των αξιών της σε κοινωνικά στρώματα που έχουν ή πρόκειται να αποκτήσουν λόγο για την πορεία τη ελληνικής αρχιτεκτονικής. Σε επίπεδο στρατηγικής, θεωρήσαμε σημαντικότερο να αφήσουμε τις μαχητικές δραστηριότητες για την προστασία μεμονωμένων κτιρίων σε ισχυρούς συλλόγους και άλλες οργανώσεις με δυναμική συμμετοχή στα κοινά, αποβλέποντας στην ισχυροποίηση της ιδεολογικής θέσης του μοντέρνου μέσα από δημοσιεύσεις στον γενικό και ειδικό τύπο, και επιστημονικές εκδηλώσεις, με κύριο στόχο τις εκκολαπτόμενες γενιές αρχιτεκτόνων και το ευρύ κοινό. Δηλαδή, θεωρήσαμε σημαντικότερο από το να «σωθούν» τα αμέσως απειλούμενα κτίρια, να εργαστούμε για να αρθούν τα ιδεολογικά κίνητρα της απειλής τους σε ευρύτερες κοινωνικές ομάδες και να ευαισθητοποιούν απέναντι στο ερώτημα της προστασίας του μοντέρνου οι νεώτερες γενιές αρχιτεκτόνων, από τις οποίες θα εξαρτάται στις επόμενες δεκαετίες ένα μεγάλο μέρος των επιλογών. Θεωρούμε ότι ένα μικρό μέρος της συμπάθειας που αρχίζει να δείχνει η κοινή γνώμη για τα σπίτια και τις πολυκατοικίες του μεσοπολέμου και άλλων σημαντικών κτιρίων της εποχής εκείνης, αλλά ακόμη και των χρόνων που ακολούθησαν τον πόλεμο, σχετίζεται με το δημοσιευμένο έργο αρκετών μελών της ομάδας μας.

Το Ελληνικό Docomomo αποτελεί μια κίνηση πρωτοβουλίας των μελών του που ενεργούν μακροπρόθεσμα και το κάνουν στο περιθώριο ενός πλήθους υποχρεώσεων – αφού οι περισσότεροι από μας διδάσκουν, γράφουν, ή χτίζουν την αρχιτεκτονική σε καθημερινή βάση. Στο ευρύτερο πλαίσιο δραστηριοτήτων που έχουν στόχο την καλλιέργεια του προβληματισμού για την αρχιτεκτονική εκδοχή της νεωτερικότητας και τη μεταλλασσόμενη ερμηνεία της, το Ελληνικό do.co.mo.mo, που – ειρήσθω εν παρόδω - δεν στηρίζεται οικονομικά από κανένα φορέα, ενεργοποιήθηκε στην τεκμηρίωση της μοντέρνας ελληνικής αρχιτεκτονικής, μέσα και έξω από την Ελλάδα, και παρακίνησε, από το 2003 και μετά, τη διοργάνωση επιστημονικών συναντήσεων σε συνεργασία με όλες τις Αρχιτεκτονικές σχολές. Οι συναντήσεις αυτές φιλοδοξούν να επιτρέψουν στην προσωπική ερευνητική εργασία και τη σκέψη αρχιτεκτόνων για το διαρκές ερώτημα της νεωτερικότητας να έρθουν σε επαφή και πιθανώς σε σύγκρουση με τις ζωντανές κοιτίδες προβληματισμού που αναδύονται από τους χώρους της παιδείας και της δουλειάς. Η πρώτη επιστημονική συνάντηση οργανώθηκε στον Βόλο τον Μάϊο του 2003, η δεύτερη τον Μάϊο του 2004 στην Πάτρα και η τρίτη το 2005 στην Ξάνθη. Στο ενδιάμεσο, οργανώσαμε στο ΕΜΠ το διεθνές συμπόσιο «Ο αθλητισμός, το σώμα και η μοντέρνα αρχιτεκτονική».

Το 2006, το Ελληνικό do.co.mo.mo ανέλαβε την πρωτοβουλία μιας σειράς εκδόσεων με τίτλο Τα Τετράδια του Μοντέρνου. Ο πρώτος και ο δεύτερος τόμος με τίτλο «Πού είναι το μοντέρνο;» και «Ο αθλητισμός, το σώμα και η μοντέρνα αρχιτεκτονική», κυκλοφόρησαν στο τέλος του 2006. Η έκδοσής τους έγινε με τη στήριξη του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας. Θα ακολουθήσουν άλλοι δύο τόμοι, το 2007, με θέμα «Ανατολή και Δύση στη μοντέρνα αρχιτεκτονική» και «Μοντερνισμός και αρχιτεκτονική εκπαίδευση», που θα φέρουν σταδιακά τον προβληματισμό αυτό στα χέρια ενός ευρύτερου κοινού. Σε άμεση προτεραιότητα περιλαμβάνονται η έκδοση ενός τεκμηριωμένου οδηγού της μοντέρνας αρχιτεκτονικής στην Αθήνα του μεσοπολέμου, και όπως πάντα η ερευνητική και εκπαιδευτική εργασία μέσα και έξω από τις Σχολές, και η διαρκής στήριξη της μοντέρνας αρχιτεκτονικής όταν και όπως χρειάζεται. Σε αυτό το ευρύτερο πλαίσιο δραστηριότητας μας ενδιαφέρει η δημιουργική διαχείριση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, στην οποία περιλαμβάνεται και η σύγχρονη αρχιτεκτονική. Η ανάγκη να γνωρίσουμε και να συντηρήσουμε τα κτίρια του 20ου αιώνα ανάλογα με τις αξίες και τον ιδιαίτερο τρόπο της κατασκευής τους είναι μια υπόθεση αρχιτεκτόνων και πολιτών που ενδιαφέρονται για τη συνέχεια και όχι για το πάγωμα του κόσμου. Με αφετηρία αυτές τις σκέψεις, είμαστε σίγουροι πως επείγει η προαγωγή και η διάδοση της αρχιτεκτονικής παιδείας στην προοπτική μιας συνολικής πολιτικής του αστικού περιβάλλοντος.


Αρχή σελίδας